12/8/16

Αντίο, καλή αρχή

Καλησπέρα.

Ύστερα από περίπου 8 χρόνια, περίπου 10 χιλιάδες προβολές και περίπου 100 αναρτήσεις, πήρα την απόφαση να κάνω μια “επανεκκίνηση”. Να μεταφερθώ στο WordPress με εντελώς διαφορετικό theme και να αρχίσω να αναθεωρώ το υλικό που έχω δημοσιεύσει.

Τι έχω στο μυαλό μου; Προς το παρόν πειράζω τα πάντα για να οριστεί το τελικό σχέδιο της σελίδας. Σε δεύτερη φάση θέλω να αρχίσω να αναδημοσιεύω ενημερωμένες εκδοχές παλιών μου αναρτήσεων από το παλιό blog. Μετά θα είναι όλα όπως πριν.

Το παρόν θα παραμείνει ανοιχτό αλλά δε θα ενημερώνεται. Για συναισθηματικούς λόγους και για να υπάρχει ως αρχείο για ό,τι δεν θα αναδημοσιεύσω εδώ. Κι επειδή υπάρχουν διάφορα ανέκδοτα κειμενάκια που μάλλον θα μείνουν εκεί μέχρι να χαθούν ή να αλλάξω γνώμη.

Ίσως αρχίσω να χρησιμοποιώ περισσότερες εικόνες.

Καλησπέρα και πάλι.

8/8/16

Όταν κάποιος χάνει κάποιον

Δεν είναι εύκολο. Ούτε αν συμβεί σε εσένα, ούτε σε κάποιον που γνωρίζεις καλά. Τα στάδια που ισχύουν είναι συγκεκριμένα. αρκεί να σε αφήσουν στην ησυχία σου αυτοί που υποκρίνονται.


Δεν υπάρχουν πολλά που μπορείς να πεις σ’ εκείνον που έχασε κάποιον δικό του. Κάθε απόπειρα παρηγορητικής προσέγγισης ικανοποιεί περισσότερο τη ναρκισσιστική ανάγκη σου να εκτελέσεις το ηθικό σου καθήκον, παρά την ενδεχόμενη προοπτική λύτρωσης του άλλου. Μερικά κενά απλώς δεν συμπληρώνονται με ευγενικές προθέσεις και σχήματα αβροφροσύνης, γιατί, απλούστατα, η συμπόνια που έχεις να προσφέρεις, ούτε που πλησιάζει ποιοτικά και ποσοτικά τον κατακερματισμό του άλλου. Πιστεύω ότι η απραξία και η σιωπή είναι σ’ αυτή την περίπτωση οι πιο αποδοτικές παραλείψεις.

Παράλληλα, το τελευταίο που χρειάζεται αυτός που βιώνει την απώλεια, είναι τρίτους, να τον ηρεμήσουν και να τον διαβεβαιώσουν ότι όλα θα πάνε καλά. Γιατί αυτός δεν θέλει ούτε να ηρεμήσει, ούτε να προχωρήσει παρακάτω. Σ’ αυτή τη φάση δεν ξέρει πού τελειώνει το σώμα του και πού ξεκινάει η οδύνη, έχει γίνει ένα με τον πόνο και δεν θέλει να τον αποχωριστεί, γιατί αυτό θα σήμαινε πως δίνει στην πραγματικότητα το δικαίωμα να επιβάλει τους δυσμενείς της όρους στη συνείδησή του. Ο πόνος είναι το μόνο πράγμα που τον συνδέει ακόμα με αυτόν που έφυγε, και αν επιχειρήσεις να του τον αποσπάσεις, του ζητάς να προδώσει τον αγαπημένο του.

Ο άνθρωπος που έχει τύψεις επειδή αναπνέει, δεν θέλει να γίνει καλά, θέλει απλώς να μη σκέφτεται. Κάθε προσπάθεια επαναφοράς, του υπενθυμίζει ότι αυτός είναι που επέζησε και ότι το βάρος της βασανιστικής του ύπαρξης θα το σηκώσει μόνος του τώρα, χωρίς να το ‘χει επιλέξει. Ο ακραίος πόνος είναι ένας αμυντικός μηχανισμός άρνησης, παρελκύει τη διαδικασία συνειδητοποίησης για να κρατήσει νοερά ζωντανή την παρουσία του απόντα. Αν ο πόνος σταματήσει, θα είναι σα να παραδέχεται το θάνατο, σα να εφησυχάζει με την τελεσιδικία του, σα να δίνει το έναυσμα για να κυλήσει ο χρόνος ξανά, από εκεί που σταμάτησε. Όχι, όσο καταφέρνει να πονάει, η κατάσταση είναι ακόμα ρευστή και μπορεί με κάποιον τρόπο να αναστραφεί.

Δεν είναι συνετό να πιέζεις τον άλλον να συνέλθει, ενώ δεν είναι έτοιμος να αποδεχτεί την βίαιη αλλαγή μέσα του και γύρω του. Ο ακρωτηριασμός δεν χωνεύεται εύκολα- είναι πιο βολικό να χάνεσαι στο μαρτύριό του, από το να κοιτάξεις απότομα το σημείο του σχίσματος. Το μυαλό υιοθετεί ανορθόδοξες πρακτικές, προκειμένου να σωθεί απ’ την παράνοια.

Φίλοι, φίλες, θείες, κουμπάρες και ξαδέρφια, δεν είναι τώρα η ώρα σας. Καλύτερα να κλάψετε σιωπηλά και να αφήσετε τις μεσιακές επεμβάσεις για αργότερα. Η καταναγκαστική σωτηρία δεν είναι το ζητούμενο, τη στιγμή που η ζωή μοιάζει ανυπόφορη και ο θάνατος προτιμότερος. Δώστε προτεραιότητα στα ζωώδη ένστικτα εκείνου που υποφέρει περισσότερο, για να ξυπνήσουν με τους δικούς τους ρυθμούς και να οργανώσουν το σχέδιο επιβίωσής του.

Η ζωή συνεχίζεται αλλά μόνο αν αφήσεις τον παθόντα να βρει μόνος του τον λόγο και την αφορμή.

Πηγή: http://thecurlysue.com/2014/12/24/η-απώλεια-των-άλλων/

3/8/16

Καλησπέρα #18792

Καλησπέρα και πάλι, θυμήθηκα ότι έχω blog αλλά δεν έχω οίστρο να γράψω. Η αλήθεια είναι ότι είχα κάποιες εμπνεύσεις τους τελευταίους μήνες μιας και πέρασα στρατό και άλλες προσωπικές φουρτούνες. Έγραφα και συμπλήρωνα ένα κείμενο σε ελεύθερο στυλ αυτούς τους μήνες αλλά δε ξέρω αν είναι άξιο δημοσίευσης. Ίσως το έγραψα απλά για να τα βγάλω από μέσα μου.

ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ!

Αφού δεν έχω ο ίδιος κάτι να προσφέρω, η επόμενη, καλύτερη, εναλλακτική είναι να αναδημοσιεύω κάτι που με εκφράζει σε μεγάλο βαθμό (αν όχι απόλυτα). Ίσως το κάνω μερικές φορές ακόμα.

Σας παρουσιάζω, λοιπόν, από το αείμνηστο Curly Sue το παρακάτω... Κάπου-κάπου έχω στριμώξει και δικά μου σχόλια.


Προσπαθώ να καταλάβω τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να αντιμετωπίζουν την φιλία με τόσο χρησιμοθηρικά casual διάθεση στην καθημερινότητά τους, και καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η καταχρηστική αυτή στάση απέναντι στη φιλία ως έννοια αλλά και ως πράξη, πηγάζει από το αχανές, απρόσωπο και ανέξοδο socializing που χαρακτηρίζει τις κοινωνικές σχέσεις της εποχής.
Η φιλία στην εποχή του facebook και του twitter -μια εποχή που μερικά αδιάκριτα κλικ αρκούν για τη σάρωση και της παραμικρής λεπτομέρειας στη ζωή ενός τυπικά αγνώστου- είναι το ιδανικό μαξιλαράκι στο οποίο ακουμπάει η στραμπουληγμένη ηθική και η καλοζωισμένη αναίδεια των περισσότερων. Η σουρεαλιστική εξοικείωση με το ξένο προσφέρεται με τόση άνεση από την ευρεία τεχνολογική δικτύωση, που άπαντες καταλήγουν να γνωρίζονται μεταξύ τους, χωρίς να ‘χουν μπει καν στον σχετικό κόπο. Η αυτοματοποίηση αυτή δίνει σε όλους το δικαίωμα να χαρακτηρίσουν φίλο έναν απλό γνωστό, αλλά και να αποποιηθούν μια φιλία με την ίδια ευκολία, υποβιβάζοντάς την σε απλή γνωριμία. Η οντολογική ισχύς μιας σχέσης εδράζεται καθ’ ολοκληρίαν στην τήρηση των ηλεκτρονικών πρακτικών, όπως αυτή γίνεται μέσα από πλατφόρμες τύπου facebook. Η εικονική πραγματικότητα έχει σχεδόν καταπιεί την ουσιαστική, επομένως η φιλία κρατάει όσο κρατάει το post που την αποδεικνύει.
Εγώ μπορώ σ' αυτό το σημείο να καυχηθώ ότι δεν έχω πραγματικό προφίλ στο facebook; Μπορώ να πω ότι ένας από τους κύριους λόγους που το έχω διαγράψει (όχι, δεν εννοώ απενεργοποίηση, γίνεται να το διαγράψεις) εδώ και 3 χρόνια, ήταν το ότι δεν άντεχα να βλέπω την αυτοματοποίηση αυτή που συν τοις άλλοις δίνει το θάρρος (και θράσος) στον κάθε γνωστό σου να δημοσιοποιήσει ΚΑΘΕ μαλακία που του κατεβαίνει στο κεφάλι; Ορίστε, το είπα.
Επιπλέον, όλο αυτό το πλασματικό κατασκεύασμα παραβλάπτει τις ήδη διαταραγμένες ισορροπίες των ερωτικών μας σχέσεων, και αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι το χειρότερο απότοκο της εγκαθίδρυσης των social media στη συνείδηση και στο υποσυνείδητό μας. Το σκέλος των φιλικών σχέσεων, δηλαδή, έχει περιθώρια σωτηρίας, γιατί ερχόμενοι αντιμέτωποι με το έσχατο σημείο της υποκρισίας μας και της ανοχής των άλλων (ή της υποκρισίας των άλλων και της προσωπικής μας ανοχής), αναγκαζόμαστε κουτσά στραβά, με τους δικούς μας ρυθμούς, να αναγνωρίσουμε ποιος, γιατί και υπό ποιους όρους μετράει στη ζωή μας. Η χαλαρότητα της φιλίας, με λίγα λόγια, μας επιτρέπει να κάνουμε πολλά σφάλματα μέχρι να αναγνωρίσουμε την αυθεντική της αξία. Με τα ερωτικά μας, όμως, δεν ισχύει το ίδιο, γιατί εκεί η ουσία είναι ο τελευταίος σταθμός στην όλη διαδρομή, και, μέχρι να τη φτάσουμε, δεκάδες επικοινωνιακά εμπόδια μας φράζουν το δρόμο, επιδρώντας ανασταλτικά στην πιο ευεπίφορη μεριά. Η πανεύκολη πρόσβαση στο παρόν, στο παρελθόν, στις σκέψεις και στον περίγυρο του άλλου μας πλημμυρίζει με τα πιο εμπεριστατωμένα επιχειρήματα και τα πιο πειστικά κίνητρα για να τον απορρίψουμε εκ προοιμίου. Γνωρίζουμε περισσότερα απ’ όσα πρέπει – περισσότερα απ’ όσα θα θέλαμε να γνωρίζουμε. Μια διαδικασία που στην κανονική ζωή θα ήταν ένα επίφοβο αλλά ενδιαφέρον ταξίδι, τώρα αποτελεί κοινότοπο έργο που αναπαράγεται στο μυαλό μας πρωθύστερα και χωρίς την έγκρισή μας, όντας εξ αρχής καταδικασμένο να λάβει τη χειρότερη κριτική.
Ζούμε με τους "φίλους" μας στο facebook μια ζωή εντός και μια ζωή εκτός διαδικτύου. Όχι όμως χωρίς να υπάρχει και αλληλεπίδραση. Η διαδικτυακή "φιλία" επηρεάζει το τι νιώθουμε και πώς πράττουμε στην πραγματικότητα. Σε αντίθετη φορά, ό,τι κάνουμε εκτός διαδικτύου, νιώθουμε ότι πρέπει να αποτυπωθεί και διαδικτυακά, να μάθουν όλοι οι "φίλοι" (δηλαδή οι 5-6 κοντινοί, ίσως πραγματικοί, φίλοι και οι υπόλοιποι 100, 200, 500, 1000 ή παραπάνω γνωστοί, συγγενείς, άκυροι που απλά δεχτήκαμε, συνεργάτες, κτλ.) τι τρώμε, πού είμαστε, με ποιον, πότε, γιατί. Για να μη πιάσουμε και το θέμα της ιδιωτικότητας στο διαδίκτυο πάλι. Αν και μάλλον η πλειοψηφία του κόσμου την έχει ξεπουλήσει για χάρη της προσωπικής προβολής. Η ματαιοδοξία που όλοι έχουμε, λίγη ή πολλή, "τρέφεται" και "χορταίνει" πολύ εύκολα με αυτές τις διαδικασίες. 
Η πιο αστεία παράμετρος βέβαια, είναι η σύγχυση φίλων και εραστών, πάντα υπό τους αντιφατικούς όρους οικειότητας που χορηγεί η παράνοια των social media. Το φρενήρες τέμπο, δηλαδή, της εναλλαγής φίλων και επίδοξων εραστών, οι οποίοι, μετά την προδιαγεγραμμένη τους ματαίωση, μετατρέπονται σε απλούς γνωστούς, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι, ούτε έχουν υπάρξει ποτέ, κάτι απ’ όλα αυτά. Ακόμα όμως κι αν αυτές οι ιδιότητες ανταποκρίνονταν σε κάποια υπαρκτή αλήθεια, πόσο εσφαλμένη είναι η πεποίθηση ότι αυτός που απέτυχε να συμπληρώσει το κουτάκι του ιδεατού μας εραστή, μπορεί κάλλιστα να ενσαρκώσει ρόλο φίλου; Πόσο πεζή και προσβλητική είναι η αντίληψη που υπάγει την έννοια του φίλου σε μια generic ταυτότητα για να την κολλήσει στο πέτο του όποιος απέτυχε να γίνει οτιδήποτε άλλο στη ζωή μας; Λες και η φιλία από μόνη της δεν έχει ειδικές προδιαγραφές, αλλά συνιστά μια συμβολική παροχή σ’ αυτόν που ζημιώθηκε απ’ το Εγώ μας.
Πες τα χρυσόστομε. Γαμώ τα μυαλά σας δηλαδή, κοιτάμε τις ταμπέλες και η ουσία είναι απλά κάτι που υπάρχει στο παρασκήνιο.
Επειδή όμως καμία κρυψώνα δεν κρατάει για πάντα, είτε αυτή είναι κυριολεκτική είτε μεταφορική, θα ‘χει πολύ ενδιαφέρον να δούμε τις αντιδράσεις μας, όταν πια θα ‘χει έρθει η στιγμή να λογοδοτήσουμε ο ένας στον άλλο, χωρίς την ασφάλεια της επίπλαστης περσόνας μας. Ο ένας θα θυμάται τον άλλο, αυτό είναι σίγουρο, αλλά ποια θα είναι η θέση των άλλων στη συνείδησή μας, όταν η πραγματικότητα ξαναγίνει μία; Μήπως στο τέλος θα πρέπει να γνωριστούμε απ’ την αρχή;
Κάτσε να γράψω κάτι εμπνευσμένο κι εγώ γιατί με κάλυψες: Προβλέπω ότι θα έχουν μουδιάσει τόσο πολύ οι κοινωνικές "ικανότητες" του ανθρώπου, που θα συμπεριφέρεται στον διπλανό του με την ίδια διστακτικότητα που ο πρωτόγονος προσέγγισε τη φωτιά για πρώτη φορά.